Η σκόνη από τη Σαχάρα προσγειώθηκε στη Θεσσαλονίκη λίγες ώρες πριν το αεροπλάνο απογειωθεί για τη Βιέννη. Φαντάστηκα το αεροσκάφος να κατευθύνεται αργά προς τον διάδρομο απογείωσης αφήνοντας πίσω του το αποτύπωμά του σαν κάποιος να σήκωσε έναν κουραμπιέ από το πιάτο. Ή σαν τον εκδιωγμένο Εβραίο που πήρε όλα του τα υπάρχοντα και έφυγε από την οδό Berggasse 19 αφήνοντας ένα μοναδικό ίχνος στο άδειο διαμέρισμα: τη σκιά του διάσημου ντιβανιού του στο παρκέ. 

Πεζοί, πρακτικοί λόγοι, αυτά τα καθημερινά χαλικάκια που μπαίνουν στο παπούτσι σου και σου απομυζούν όλη την προσοχή, δεν επέτρεψαν να ακολουθήσω την εκδρομή με το Πανεπιστήμιο στη Βιέννη, την πόλη του Sigmund Freud. Έμεινα λοιπόν πίσω (zurück, όπως πιθανόν να επαναλάμβανε μετά από εμένα αργά και με νόημα ο Prof. Dr. Sigm. Freud επισημαίνοντας και τη διάσταση του zu einem in der Vergangenheit liegenden Zeitpunkt). Έμεινα πίσω λοιπόν σαν τη σκιά του ντιβανιού, η οποία, αντίθετα με το σημάδι που αφήνει μια πληγή, δεν ήταν παρά το ίχνος της παλάμης του γιατρού πάνω στο μέτωπο του ασθενούς κατά τη διερεύνηση ενός χρόνιου πυρετού μετά από ένα τραύμα.


Die Kisten mit Freuds Antiquitäten-Sammlung, Büchern und Möbeln waren in einer Spedition eingelagert und wurden mithilfe einflussreicher Freunde außer Landes gebracht, als der Photograph, dem [die] einzigen Aufnahmen der Wiener Freud-Wohnung zu verdanken sind, noch einmal zurück in die Berggasse ging. Was er im leeren Behandlungszimmer Freuds vorfand, war der Schatten, den die Couch dort im Laufe der Jahre auf dem Parkettboden als Abdruck hinterlassen hatte.

 

Lydia Marinelli: "Body Missing" in der Berggasse 19

 

 

 


Αν ξαπλωμένη στο ντιβάνι με ρώταγε πώς νιώθω που έχασα την εκδρομή, θα του απαντούσα: 

λύπηντο.

Πρέπει να έχετε φτάσει. Ίσως έχετε ήδη κάνει την πρώτη σας βόλτα στην πόλη, ξένοι ανάμεσα στους ξένους που βλέπουμε να ψήνονται ημίγυμνοι πάνω στις ψυχοθεραπευτικές ξαπλώστρες του ελληνικού καλοκαιριού. Μα τώρα οι ίδιοι αυτοί ξένοι, όρθιοι, ντυμένοι όλοι τους κομψά, οι γυναίκες όμορφες, ψηλές -ψηλές και θεωρητικές, που μου 'λεγε κάποιος προχθές- ίσως κοιτάζουν αυστηρά πίσω απ' τα μαύρα τους γυαλιά, με τα καπέλα τα ακριβά, λευκές στον ήλιο και λιγνές, σαν να ήταν οι άγιες κι οι αγνές που θα 'θελαν να περπατήσουνε κι αυτές πάνω στη θάλασσα που σχηματίζει η βροχή ανάμεσα στα γιώτα χι. 

 



Man darf sagen, der Glückliche phantasiert nie, nur der Unbefriedigte. Unbefriedigte Wünsche sind die Triebkräfte der Phantasien, und jede einzelne Phantasie ist eine Wunscherfüllung, eine Korrektur der unbefriedigenden Wirklichkeit.

Sigmund Freud: Der Dichter und das Phantasieren


Πεινώ και περπατώ στην Τσιμισκή
λέω, βρε λες να τρων μπουγάτσα με τυρί
 κει στο Τυρόλο πριν το σκι;  
 


 

Ein Selfie vom Ich und vom Es


 

Die funktionelle Wichtigkeit des Ichs kommt darin zum Ausdruck, daß ihm normalerweise die Herrschaft über die Zugänge zur Motilität eingeräumt ist. Es gleicht so im Verhältnis zum Es dem Reiter, der die überlegene Kraft des Pferdes zügeln soll, mit dem Unterschied, daß der Reiter dies mit eigenen Kräften versucht, das Ich mit geborgten. Dieses Gleichnis trägt ein Stück weiter. Wie dem Reiter, will er sich nicht vom Pferd trennen, oft nichts anderes übrigbleibt, als es dahin zu führen, wohin es gehen will, so pflegt auch das Ich den Willen des Es in Handlung umzusetzen, als ob es der eigene wäre.

 Sigmund Freud: Das Ich und das Es

 

 

  

 

Δεν υπάρχει κανείς στη φωτογραφία μετά από αυτή την τελετή αποφοίτησης. Έχουν μείνει μόνο οι γυαλιστερές, πολύχρωμες σερπαντίνες,

(Serpentine, die zu serpentīnusspätlat ‘schlangenförmig, -ähnlich, von Schlangen ’ < serpēnslat ‘Schlange’ < serperelat ‘kriechen, schleichen’)

τις οποίες κάποιος αργότερα θα σκουπίσει και η τάξη θα αποκατασταθεί. Μέχρι να γίνει αυτό, η λάμψη και τα έντονα χρώματα θα κρύβουν κάποια μικρά  δράματα: ένας τσακωμός με τη μαμά το πρωινό εκείνο, γιατί η μικρή αργούσε πάλι και δεν θα έβρισκαν να παρκάρουν. Ένα πτυχίο γερμανικής φιλολογίας που δεν της λέει τίποτα. Ένα τακούνι που έσπασε στον δρόμο και ένας στραμπουληγμένος αστράγαλος. Ο φίλος της που δεν ήρθε στην τελετή για να μην ζητήσει άδεια και δυσαρεστήσει τον προϊστάμενο. Η γερμανική όπερα που έβαλε η μαμά δυνατά στο αυτοκίνητο και της ζητούσε να μεταφράζει τα λόγια, ενώ εκείνη κοίταζε το μανικιούρ της και σκεφτόταν τα χθεσινοβραδινά μπουζούκια. Η υστερία της μαμάς, όταν, αφού η τελειόφοιτη μετά από δύο μήνες εντατικό φροντιστήριο πέρασε επιτέλους και το τελευταίο μάθημα,  ανακοίνωσε ότι τελικά θέλει να γίνει νυχού. Και, κυρίως, το βασανιστήριο γεύμα που έχουν κανονίσει για μετά και θα είναι εκεί και ο μπαμπάς, ο οποίος μετά το διαζύγιο είναι πάντα αμήχανος όταν βρίσκεται με τη μαμά και η μοναδική του συμβολή στις συζητήσεις είναι αυτή ενός καλού μάστορα: καρφώνει τις τελείες αριστοτεχνικά στο τέλος των προτάσεων και τοποθετεί πυκνές σιωπές ανάμεσά τους σαν να είναι το μονωτικό υλικό που θα τον προστατέψει από το ακραίο, οικογενειακό τους ψύχος.

 

Eine junge Frau erzählte als Einfall während der Sitzung, dass sie sich gestern beim Nägelschneiden „ins Fleisch geschnitten, während sie das feine Häutchen im Nagelbett abzutragen bemüht war“. Das ist so wenig interessant, dass man sich verwundert fragt, wozu es überhaupt erinnert und erwähnt wird, und auf die Vermutung gerät, man habe es mit einer Symptomhandlung zu tun. Es war auch wirklich der Ringfinger, an dem das kleine Ungeschick vorfiel, der Finger, an dem man den Ehering trägt. Es war überdies ihr Hochzeitstag, was der Verletzung des feinen Häutchens einen ganz bestimmten, leicht zu erratenden Sinn verleiht. Sie erzählt auch gleichzeitig einen Traum, der auf die Ungeschicklichkeit ihres Mannes und auf ihre Anästhesie als Frau anspielt. Warum war es aber der Ringfinger der linken Hand, an dem sie sich verletzte, da man doch den Ehering an der rechten Hand trägt? Ihr Mann ist Jurist, »Doktor der Rechte«, und ihre geheime Neigung hatte als Mädchen einem Arzt (scherzhaft: »Doktor der Linke«) gehört. Eine Ehe zur linken Hand hat auch ihre bestimmte Bedeutung.

Sigmund Freud: Zur Psychopathologie des Alltagslebens

 

 

 

 

Σήμερα περιέργως χάθηκα στη γειτονιά μου. Κατέβαινα τον δρόμο που οδηγεί σε ένα μεγάλο σουπερμάρκετ, στο οποίο δεν πηγαίνω συχνά είναι η αλήθεια. Όμως σκέφτηκα να πάω ειδικά σήμερα, επειδή από το πρωί το μυαλό μου γύριζε ασταμάτητα σαν χαλασμένο ανεμιστηράκι και είπα να κλείσω τον διακόπτη χαζεύοντας στις ατέλειωτες σειρές ραφιών προσφορές και προϊόντα. Είναι κάτι που πιάνει. Απενεργοποιείται ο εγκέφαλός μου, αν και κάποια στιγμή μπορεί να εμφανιστεί το ίχνος λογικής που έχει βάρδια εκείνη την ώρα και διστακτικά, πολύ διστακτικά, να με χτυπήσει με το δάχτυλο στον ώμο για να με ρωτήσει αν τα χρειάζομαι όλα αυτά. Θα κοιτάξω γύρω μου και θα σκεφτώ ότι, πράγματι, πρέπει να έχω πενήντα κεφάλια για τόσα σαμπουάν, ογδόντα χέρια για τόσα σαπούνια, ογδόντα πόδια για τόσες κρέμες, και δεν ξέρω πόσα προβλήματα για τόσες λύσεις: ρυτίδες, τριχόπτωση, γαριασμένα φανελάκια, σάλτσες που σβωλιάζουν, τηγάνια που κολλάνε, μασέλες που ξεκολλάνε. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε αρκετά προβλήματα, οι λύσεις υπάρχουν και ναι, τις θέλω. Χρόνια αντιστάθηκα, αλλά τελικά λύγισα, όπως λέει η φίλη μου η Βάσω. Θέλω, θέλω, όλα τα θέλω. Έχει και δροσιά, στέκομαι κάτω από τη σχισμή του ερκοντίσιον ή κολλάω το σώμα μου πάνω στο ανοιχτό ψυγείο και επιτέλους αισθάνομαι αυτή την υπέροχη δροσούλα. Ο πλάτανος μας χαιρέτησε προτού τον χαιρετήσουμε εμείς. Στο μυαλό μου σχηματίζεται αχνά μια ζακετούλα, θα πουλάνε σίγουρα στον πάνω όροφο - κι αυτήν τη θέλω. 

Schade, daß man sich fürs Intimste immer den Mund verschließt, έλεγες Sigmund. Σόρι και για τον ενικό, αλλά, ορίστε, εδώ που φτάσαμε, Sigmund, το άνοιξα το στόμα μου. Και εδώ που φτάσαμε στρίβω στη γωνία. Και έχω χαθεί. Είναι άλλη γωνία  από αυτή που νόμιζα και προχωράω για να καταλάβω πού βρίσκομαι και βρίσκομαι στη θάλασσα. Σε μια θάλασσα, όχι σαν τη θάλασσα του λιμανιού, μια θάλασσα με άμμο σχεδόν κανονική, δίπλα στο σπίτι μου! Έχει ένα παγκάκι κάτω από ένα δέντρο και λέω εδώ που φτάσαμε και κάθομαι και παρατηρώ τα σκουπίδια που έχει ξεβράσει η θάλασσα πάνω στη σχεδόν κανονική άμμο, που έτσι βρόμικη που είναι μοιάζει με τα ράφια που είχα σκοπό να χαζέψω. Μπουκάλια, μπουκαλάκια, καπάκια, καλαμάκια και γυρίζω ξανά στην αρχή και βλέπω τα μπουκάλια και σκέφτομαι το μήνυμα, δεν έχουν ένα μήνυμα σκέφτομαι, φαντάσου να ερχόταν ένα μήνυμα από μακριά και κοιτάζω μακριά τον ορίζοντα και βλέπω δύο σιλουέτες σαν τα δύο ανθρωπάκια, το κόκκινο και το πράσινο του σηματοδότη, που σαν να το έσκασαν μην αντέχοντας ότι δεν ήταν ποτέ μαζί αναμμένα, ποτέ μαζί σβησμένα, πάντα ή το ένα ή το άλλο, ή γκάζι ή φρένο, τι μοναξιά μέσα στην κίνηση και την τρέλα, τι καταδίκη, όλο αυτό so trostlos nichtssagend, που έλεγες Sigmund σε κάποιο σημείο του βιβλίου σου Die Zukunft einer Illusion και πόσο πολύ μου άρεσε και σκέφτομαι ότι ίσως τα ανθρωπάκια να χάθηκαν όπως κι εγώ, ίσως αλλού πηγαίνανε κι αυτά κι αλλού βρεθήκαν και μυρίζει η θάλασσα και φυσάει και το αεράκι και όπως τα βλέπω να στέκονται δίπλα δίπλα, χέρι χέρι, σκέφτομαι ότι τελικά αυτό το λάθος, ότι χαθήκαμε, αυτό το ολίσθημα, αυτή η Fehlleistung, αυτή η παραπραξία, παρά το πρόθεμα παρα-, δεν έχει τίποτα παράπλευρο ή παρακατιανό, δεν είναι ένα παραπαίδι, είναι το παιδί που δεν εγκαταλείπει το παιχνίδι του.

 

Κοντά στη Σχολή Τυφλών η Ναρίνε σπρώχνει το παιδικό καρότσι με τον γιο της, που τον λένε Νατάν. Τον κοιτάν και της λένε «τι γλυκός, τι γλυκός» από όπου περνάν, κι ο μικρός μας Ηδύπους λίγα χρόνια μετά νιώθει τόσο ζεστά με μια λέξη που γράφει στα Ελληνικά η μαμά, που ακόμη δεν ξέρει να τη γράφει σωστά.



Man kann weitergehen und die Voraussetzung wagen, daß ein großes Stück des Schuldgefühls normalerweise unbewußt sein müsse, weil die Entstehung des Gewissens innig an den Ödipuskomplex geknüpft ist, welcher dem Unbewußten angehört. Würde jemand den paradoxen Satz vertreten wollen, daß der normale Mensch nicht nur viel unmoralischer ist, als er glaubt, sondern auch viel moralischer, als er weiß, so hätte die Psychoanalyse, auf deren Befunden die erste Hälfte der Behauptung ruht, auch gegen die zweite Hälfte nichts einzuwenden.

Sigmund Freud: Das Ich und das Es

 

Περπατώντας σήμερα στην παραλία θυμήθηκα μια εκδρομή στη λίμνη Κερκίνη με συννεφιά, ομίχλη και βροχή. Ήταν αντίξοος καιρός για μια εκδρομή, αν και πλέον τα χαμηλά βαρομετρικά είναι απλώς χαμηλά βαρομετρικά, δεν τα θεωρώ ατυχία ή αναποδιά, δεν είναι η κουταλιά αλάτι που έριξα κατά λάθος στον καφέ μου αντί για ζάχαρη.
Πήγαμε στη λίμνη για να δούμε τα πουλιά. Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα εγώ στα πουλιά και δεν πετούσαν εκείνα πάνω από την πόλη μου. Μέσα σε μια βάρκα τα παρατηρούσαμε αθόρυβα από απόσταση, με τη μηχανή σχεδόν σβηστή. Αφουγκραζόμασταν τις κινήσεις τους, ενώ αυτά ήταν εντυπωσιακά αδιάφορα για την παρουσία μας. Ήταν αδιάφορα όπως μας άξιζε, σκέφτομαι τώρα, το οποίο μας έκανε να αντιλαμβανόμαστε σωστά το μέγεθός μας μέσα στη λίμνη, μέσα στο σπίτι τους, κάτω από μια συννεφιά που προμήνυε βροχή, επίσης αδιαφορώντας για εμάς και τις προτιμήσεις μας. «Τι σημαίνει αυτό για εσάς;» θα με διέκοπτε ίσως σε αυτό το σημείο ο ψυχοθεραπευτής, που θα με παρατηρούσε με τη σειρά του, ανιχνεύοντας μια κίνηση -μπορεί το χέρι μου να είχε ανέβει ασυναίσθητα στον λαιμό σαν για να λύσει τη σφιχτή γραβάτα της ανθρώπινης σπουδαιότητας- κι εγώ θα τον κοίταζα σιωπηλή όπως τόσες και τόσες φορές μέσα στα χρόνια που τον επισκέπτομαι, σιωπηλή όσο συλλαβίζω νοερά την απάντηση που επωάζεται ασχημάτιστη μέσα μου, κάτι που θα δοκίμαζε την υπομονή οποιουδήποτε άλλου θα περίμενε μια απάντηση. Όση ώρα δεν μιλάω, αυτή την υπομονή την αισθάνομαι - και τώρα που έπιασα να τα ψειρίζω όλα, αναρωτιέμαι μήπως είναι κι αυτός ένας λόγος που δεν μιλάω, ότι με ανακουφίζει που την αισθάνομαι. Απλώς κάθομαι απέναντι στον ψυχοθεραπευτή μου και τον κοιτάζω αμίλητη, όπως κοίταζα τότε από τη βάρκα τα πουλιά, που απλώς άνοιγαν τα φτερά τους και απλώς πετούσαν και απλώς ήταν όμορφα. Όχι ότι η ομορφιά έσωσε ποτέ τον κόσμο, ο κόσμος όμως μοιάζει πάντα λίγο πιο όμορφος όταν κάποιος προσπαθεί να τον σώσει.
 

Σε όλους τους s. f. μετά τον S. F.
που ακούν με προσοχή
τους βρεγμένους να τους λένε με μια κάποια ενοχή
πως φοβούνται τη βροχή

 

 

Hören Sie eine kleine Begebenheit an, die sich im Laufe dieses Krieges zugetragen hat: Einer der wackeren Jünger der Psychoanalyse befindet sich als Arzt an der deutschen Front irgendwo in Polen und erregt die Aufmerksamkeit der Kollegen dadurch, daß er gelegentlich eine unerwartete Beeinflussung eines Kranken zustande bringt. Auf Befragen bekennt er, daß er mit den Mitteln der Psychoanalyse arbeitet, und muß sich bereit erklären, den Kollegen von seinem Wissen mitzuteilen. Allabendlich versammeln sich nun die Ärzte des Korps, Kollegen und Vorgesetzte, um den Geheimlehren der Analyse zu lauschen. Das geht eine Weile gut, aber nachdem er den Hörern vom Ödipuskomplex gesprochen hat, erhebt sich ein Vorgesetzter und äußert, das glaube er nicht, es sei eine Gemeinheit des Vortragenden, ihnen, braven Männern, die für ihr Vaterland kämpfen, und Familienvätern, solche Dinge zu erzählen, und er verbiete die Fortsetzung der Vorträge. Damit war es zu Ende. Der Analytiker ließ sich an einen anderen Teil der Front versetzen.

Sigmund Freud: Vorlesungen zur Einführung in die Psychoanalyse


 

Φεύγοντας από το Πανεπιστήμιο περνάω έξω από ένα κατάστημα που πουλάει ιατρικά ομοιώματα -ιατρικά προπλάσματα, όπως τα λένε: σκελετούς, κρανία, εγκεφάλους, μάτια, καρδιές. Μέσα στο πλήθος που περπατάει, με τα κομμάτια του καλά κλεισμένα μέσα στο δέρμα σαν προβατάκια στο μαντρί, αυτά τα ανθρώπινα όργανα παραταγμένα στη βιτρίνα είναι ένα θέαμα ανοίκειο, έως ίσως και αποκρουστικό, αλλά κανένας δεν φαίνεται να παραξενεύεται. Ένας νεαρός τρώει ένα σάντουιτς μπροστά στη βιτρίνα, ένα κορίτσι δίπλα του μιλάει στο τηλέφωνο, κανονικά, σαν να μην τρέχει τίποτα. Το ΙΚΕΑ σκέφτομαι, αυτό φταίει. Αυτό μας έχει εξοικειώσει με την κατάτμηση των πάντων, με το να βρίσκουμε φυσικό να καταφθάνει το τραπέζι σε κομμάτια, οι καρέκλες σε κομμάτια, τα κρεβάτια σε κομμάτια, οι ντουλάπες σε κομμάτια κι εμείς, με το γνωστό κατσαβιδάκι του ΙΚΕΑ, να μεταμορφώνουμε όλα τα ανΊΚΕΑ σε ΙΚΕΑ δίνοντάς τους γνώριμες μορφές.

Θα έχετε ήδη επισκεφθεί το μουσείο Josephinum. Θα ήθελα τόσο πολύ να δω μαζί σας τη συλλογή με τα ιατρικά κέρινα ομοιώματα, την Αφροδίτη της Ανατομίας να κείται μέσα στη γυάλινη βιτρίνα με τις πέρλες στον λαιμό και την κοιλιά ανοιγμένη, τόσο γαλήνια που αποκαλύφθηκε η χολή και τα εντόσθια κάτω απ' το αλαβάστρινο δέρμα της, σαν ο ψυχαναλυτής, αυτός ο αλλόκοτος γιατρός, με τη νύστα στο χέρι για νυστέρι και με τα λόγια του απλώς, να άνοιξε μέσα απ' τα όνειρα τον δρόμο, για να βγει ένα σκοτεινό, καλά κρυμμένο μυστικό στο φως.

 

[...] wenn dies wirklich die geheime Natur des Unheimlichen ist, so verstehen wir, daß der Sprachgebrauch das Heimliche in seinen Gegensatz, das Unheimliche übergehen läßt, denn dies Unheimliche ist wirklich nichts Neues oder Fremdes, sondern etwas dem Seelenleben von alters her Vertrautes, das ihm nur durch den Prozeß der Verdrängung entfremdet worden ist. Die Beziehung auf die Verdrängung erhellt uns jetzt auch die Schellingsche Definition, das Unheimliche sei etwas, was im Verborgenen hätte bleiben sollen und hervorgetreten ist.

Sigmund Freud: Das Unheimliche

 

 

 

Κοίτα να δεις, σκέφτομαι την ώρα που πάω να στρίψω στη γωνία. Πάνω στον τοίχο κάποιος, αδιαφορώντας για τα προσωπικά του δεδομένα σαν να πάτησε «ναι» σε ό,τι κούκι βρέθηκε στο διάβα του, γνωστοποιεί σε όλο τον κόσμο πως είναι άρρωστος με την μπάλα, ότι απέκτησε ή απλώς εκδήλωσε μια ψυχασθένεια που δεν χρειάζεται να κρύψει, μια ψυχασθένεια διαδεδομένη και κοινωνικά αποδεκτή, την οποία όχι μόνο μπορεί να ομολογήσει, μα κάλλιστα να την βροντοφωνάξει εκσφενδονίζοντας με άγρια χαρά τις σταγόνες του σπρέι του σαν αφρισμένη σαμπάνια σε γιορτή. Τι πετριά κι αυτή, σκέφτομαι, ενώ από μέσα μου έχω αρχίσει να σιγοτραγουδώ αυτή η πετριά είναι δική του και δική μας και η λέξη μού γεννά την επιθυμία να γράψω ένα ποιηματάκι για τον Freud που θα κυκλοφορούσε λέει ανάμεσα σε όλους εμάς που έχουμε φάει τις πετριές στο νοσοκομείο Σαλπετριές· λάθος! στο νοσοκομείο Salpêtrière, διορθώνω τον εαυτό μου, η ομοιοκαταληξία επέτυχε, αλλά η ακρίβεια απέθανε και με το μαγικό σχήμα «·λάθος!» να σου και ο Σεφέρης από του στενού το βάθος να κουβαλάει τρεκλίζοντας εκείνη την άνω τελεία στα χέρια, την οποία ένας ολόκληρος λαός χρόνια τώρα προσπαθεί να χωνέψει, αλλά εκείνη έχει σταθεί σαν μπαλίτσα στον αέρα λες και πάγωσε η εικόνα την κρίσιμη στιγμή πριν το σουτ και κανείς δεν τολμάει να την ξεπαγώσει και να τη σουτάρει επιτέλους αυτή την άνω τελεία που μας κατέστρεψε το τραγούδι και μας ξεκούρδισε τη λογική. Γιατί ακόμη και στην πιο ξεκούρδιστη λογική, η μπαλίτσα δεν χάνεται, στέκεται πεισματικά στον αέρα να μας θυμίζει την παρουσία της, όπως εδώ, στον δρόμο που έχει τη δική του ιστορία, που κάποιος την έγραψε στον τοίχο με μπογιά, κάποιος που σ' όλα τα κούκις είπε «Ja».




In der Paranoia drängt sich eben so vielerlei zum Bewusstsein durch, was wir bei Normalen und Neurotikern erst durch die Psychoanalyse als im Unbewussten vorhanden nachweisen. Der Paranoiker hat also hierin in gewissem Sinne Recht, er erkennt etwas, was dem Normalen entgeht, er sieht schärfer als das normale Denkvermögen, aber die Verschiebung des so erkannten Sachverhaltes auf andere macht seine Erkenntnis wertlos.

Sigmund Freud: Zur Psychopathologie des Alltagslebens



Worte waren ursprünglich Zauber, und das Wort hat noch heute viel von seiner alten Zauberkraft bewahrt. [...] Wir werden also die Verwendung der Worte in der Psychotherapie nicht geringschätzen und werden zufrieden sein, wenn wir Zuhörer der Worte sein können, die zwischen dem Analytiker und seinem Patienten gewechselt werden.

Sigmund Freud: Vorlesungen zur Einführung in die Psychoanalyse

Υπάρχει Μουσείο Freud στη Βιέννη, υπάρχει Μουσείο Freud και στο Λονδίνο. Μπαίνοντας στο σάιτ τους, και συγκεκριμένα στη σελίδα των πωλητηρίων των μουσείων, αφού έκανα επί ώρα τραμπάλα ανάμεσα στις δύο γλώσσες, τα Αγγλικά και τα Γερμανικά, έπεσα πάνω σε μια κάρτα που έγραφε Gift membership. Πάτησα πάνω στην κάρτα και άνοιξε μια σελίδα με την παρότρυνση: Give the gift they’ll treasure forever! Το μυαλό μου κόλλησε. Να το δώσω το Gift; Τελικά να το δώσω το Gift, Sigmund; Να τα αμολήσω τα σκυλιά να ησυχάσει το είναι μου; Μήπως η λύση στην πληθώρα των κακών είναι ζήτημα απλόν; Μήπως είναι αυτό που οι Γάλλοι λένε φαρμακόν των ποντικών; Μ’ έπιασε το Γαλλικόν γιατί νιώθω σαν τον ταύρο σε μουσείο υαλικών; Μα αλήθεια, τι αγών να δεχτώ το αποτέλεσμα των εκλογών. Τι αγών στη λαϊκή να την ψάχνω την κυρία με τον πάγκο των φρεσκότερων αβγών. Τι αγών να αγαπώ κάποιον που είναι από καιρό απών. Τι αγών.

Ξεμπερδεύτηκα γρήγορα, δεν θα σας αφήσω σε αγωνία. Το σασπένς για μένα πέθανε. Μέχρι που κάποια στιγμή σκέφτηκα να φτιάξω μια αφίσα με τα πουλιά του Χίτσκοκ και παντού κρεμασμένα σιντί που να τα διώχνουν. Όχι άλλο σασπένς στη ζωή μου, ευχαριστώ. Θέλω να σπρώχνω ατάραχη το καρότσι μου στο σουπερμάρκετ που έχει την αγαπημένη μου μουσική - πρώτη φορά το ομολογώ, υπάρχει ένα σουπερμάρκετ που πηγαίνω για τη μουσική. Την ακούω και νιώθω πως αιωρούμαι στους διαδρόμους. Και όταν είναι ας πούμε αργά τη νύχτα και δεν μπορώ να πάω, τότε βγάζω την πιστωτική κάρτα από το πορτοφόλι μου, την γυαλίζω με το μανίκι μου και την ακουμπάω δίπλα στον υπολογιστή. Μετά μπαίνω στα καταστήματα. Αυτή τη φορά μπήκα στα ηλεκτρονικά καταστήματα των μουσείων Freud γιατί κατά βάθος με τρώει που έχει πέσει τόσο η προσωπική μου ποιότητα. Μπήκα στα πωλητήρια των μουσείων λοιπόν για λίγη ποιότητα. Και τι βλέπω, που λένε οι λάτρεις του σασπένς. Δεν θα σας αφήσω σε αγωνία γιατί, είπαμε, είμαι κατά του σασπένς. Είδα τον Freud παπάκι. Πώς λέμε είδα τον Χριστό φαντάρο, που μεταξύ μας, θα μπορούσε κάλλιστα να πωλείται και ο Χριστός ντυμένος φαντάρος. Γιατί τα πάντα πωλούνται. Όλα. Και όχι μόνο ήταν παπάκι ο Freud, ήταν παπάκι ζωγραφισμένο πάνω σε ένα ζευγάρι κάλτσες. Μάνι μάνι δύο Freud παπάκια δηλαδή. Money money για την ακρίβεια - κυριολεκτικά για την ακρίβεια, γιατί η φθήνια πέθανε. Ποπ cultshα, π@π@κια και κάλτσες στα πόδια του Οιδίποδα. Με 1 Εγώ + 1 Αυτό, δώρο ένα φανταστικό Υπερεγώ συν δύο κάλτσες για τα δίποδα.

 



 
 
Δεν μπορούν όλα να είναι φως, αυτό σκέφτομαι φτάνοντας στη γωνία Μαρτίου και Όλγας. Έτσι, Όλγας σκέτο. Δεν μπορούν όλα να είναι φως, ούτε όλες βασίλισσες. Κοιτάζω τη σκιά ενός τεράστιου δέντρου πάνω σε έναν τοίχο, μοιάζει με μανιτάρι, αλλά είναι απλώς μια σκιά. Δεν μπορούν όλα να είναι φως, ξαναλέω από μέσα μου, δεν μπορεί όλα να είναι το εκτυφλωτικό πυρηνικό μανιτάρι της ατελείωτης θετικότητας που λυσσομανάει ξεριζώνοντας τα σκοτεινά μας δέντρα, που ξεκολλάει τις στέγες, ώστε τίποτα να μην φέρνει αντίσταση στο φως, καμιά σκιά πουθενά και το σκοτάδι με ηλίαση στον δρόμο. Ευτυχία, μόνο ευτυχία, χωρίς όρια, πακέτο unlimited, σερφάρετε όσο θέλετε, απεριόριστα, δεν μπαίνει κόφτης, ο θάνατος φαντάζει σαν μια προσβολή στα πακέτα μας, ποιος είστε κύριε που μας κόβετε τα giga unlimited weekend στη μέση με γκατζετάκι το δρεπάνι σας; Θέλω να πω ότι το αγαπώ το σκοτάδι σου, Sigmund, με συγκινεί που καταπιάστηκες με αυτό, που δεν προτίμησες το μεγαλείο μιας πύλης, μα στράφηκες στις καταπακτές, στα μανιτάρια που φυτρώνουν μέσα στη σκοτεινιά και τη μούχλα, που υψώνουν το μικρό τους ανάστημα στην ομίχλη του ονείρου. Ίσως εσύ ο ίδιος να θέλησες να σκύψεις στο σκοτεινό πηγάδι μέσα σου, για να καθρεφτιστείς στον πάτο. Εκεί συναντιόμαστε όλοι μας.  




In den bestgedeuteten Träumen muß man oft eine Stelle im Dunkel lassen, weil man bei der Deutung merkt, daß dort ein Knäuel von Traumgedanken anhebt, der sich nicht entwirren will, aber auch zum Trauminhalt keine weiteren Beiträge geliefert hat. Dies ist dann der Nabel des Traums, die Stelle, an der er dem Unerkannten aufsitzt. Die Traumgedanken, auf die man bei der Deutung gerät, müssen ja ganz allgemein ohne Abschluß bleiben und nach allen Seiten hin in die netzartige Verstrickung unserer Gedankenwelt auslaufen. Aus einer dichteren Stelle dieses Geflechts erhebt sich dann der Traumwunsch wie der Pilz aus seinem Mycelium.
 
Sigmund Freud: Die Traumdeutung


 


Δεν ξέρω αν το νόημα κρύβεται και πρέπει να το ανακαλύψεις ή αν το νόημα το κατασκευάζεις με υλικά που ξεκολλάς απ' την ανθρώπινη ήττα, όπως το Η που θα γίνει μια σκάλα με ένα σκαλί να ανεβείς, για να δεις λίγο φως πίσω από έναν θεοσκότεινο φράχτη τη νύχτα.



 

Freud clearly falls within the horizon of structuralism as it is envisioned by Roland Barthes: "Ultimately, one might say that the object of structuralism is not man endowed with meanings but man fabricating meanings, as if it could not be the content of meanings which exhausted the semantic goals of humanity, but only the act by which these meanings, historical and contingent variables, are produced."

 Gerald L. Bruns: Freud, Structuralism, and "The Moses of Michelangelo"

 


 

 
Και έφτασε η μέρα της επιστροφής, όμως ποτέ δεν επιστρέφεις ακριβώς ο ίδιος· πάντα κάτι έχει αλλάξει, κάτι ίσως λίγο, κάτι ελάχιστο, πάντως ο ίδιος δεν είσαι. Στη χώρα που όλοι μιλάμε την ίδια γλώσσα esy gia ena diastima 8a milas kapws etsi: σαν να φοράς την μπλούζα σου ανάποδα, σαν να φαίνεται η ετικέτα με τις οδηγίες πλύσης. Θα έχεις μια παράξενη διαφάνεια, θα μιλάς για αυτά που τόσο σου άρεσαν εκεί, για αυτά που εδώ σε βασανίζουν, θα μιλάς για αυτά που τόσο σου αρέσουνε εδώ, για αυτά που εκεί για εσένα θα ήταν βάσανο. Από τη στιγμή που θα περάσεις τα σύνορα και θα προσγειωθείς στην Ελλάδα, θα μιλάς. Θα μιλάς και θα αποκαλύπτεσαι σε ένα είδος μετα-ταξιδιωτικής Gesprächstherapie.
 
 

  

 

Φεύγοντας από το Πανεπιστήμιο το πρωί, με την πτήση της επιστροφής σας κατά νου, το μάτι μου έπεσε στην αφίσα της Aegean απέναντι από το ΑΠΘ. Οι ΑΠωΘημένοι, σκέφτηκα, η θάλασσα όπου οι μαύρες σκέψεις, οι μαύροι άνθρωποι ναυαγούν στον βυθό του ασυνείδητου, για να μην φτάσουν ποτέ στον κόσμο του συνειδητού μας και τον ταράξουν. Είναι ο νόμος της φύσης αυτός, να επιβιώνει ο ισχυρός, θα πουν κάποιοι ανασηκώνοντας τους ώμους. Με τη φύση παραδόξως συμφωνεί πάντα ο ισχυρός. Γιατί το πρόβατο δεν έχει αυταπάτες. Ξέρει ότι και μόνο αν χαμογελάσει πικρά με αυτό που είπε το λιοντάρι, η φυσική του οδοντοστοιχία θα το προδώσει. Για να σταθεί -έστω- δίπλα στο λιοντάρι, θα πρέπει να φοράει τη νέα, επαναστατική λιονταρίσια μασέλα -που την πουλάει ποιος άλλος; το λιοντάρι- και θα την έχει πληρώσει μάλιστα ακριβά.

 

Die Last der Welt


Aber wie undankbar, wie kurzsichtig überhaupt, eine Aufhebung der Kultur anzustreben! Was dann übrig bleibt, ist der Naturzustand und der ist weit schwerer zu ertragen. Es ist wahr, die Natur verlangte von uns keine Triebeinschränkungen, sie ließe uns gewähren, aber sie hat ihre besonders wirksame Art uns zu beschränken, sie bringt uns um, kalt, grausam, rücksichtslos wie uns scheint, möglicherweise gerade bei den Anlässen unserer Befriedigung. Eben wegen dieser Gefahren, mit denen die Natur uns droht, haben wir uns ja zusammengetan und die Kultur geschaffen, die unter anderem auch unser Zusammenleben möglich machen soll. Es ist ja die Hauptaufgabe der Kultur, ihr eigentlicher Daseinsgrund, uns gegen die Natur zu verteidigen.

 Sigmund Freud: Die Zukunft einer Illusion

 

 

 
Επιστρέψατε στην πατρίδα λοιπόν. Μόνο που
 
η μόνη πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια
 
Το γράφουν όλοι οι τοίχοι και νομίζω ότι θα συμφωνούσε και ο Sigmund.