Αν ξαπλωμένη στο ντιβάνι με ρώταγε πώς νιώθω που έχασα την εκδρομή, θα του απαντούσα:
λύπηντο.
Πρέπει να έχετε φτάσει. Ίσως έχετε ήδη κάνει την πρώτη σας βόλτα στην πόλη, ξένοι ανάμεσα στους ξένους που βλέπουμε να ψήνονται ημίγυμνοι πάνω στις ψυχοθεραπευτικές ξαπλώστρες του ελληνικού καλοκαιριού. Μα τώρα οι ίδιοι αυτοί ξένοι, όρθιοι, ντυμένοι όλοι τους κομψά, οι γυναίκες όμορφες, ψηλές -ψηλές και θεωρητικές, που μου 'λεγε κάποιος προχθές- ίσως κοιτάζουν αυστηρά πίσω απ' τα μαύρα τους γυαλιά, με τα καπέλα τα ακριβά, λευκές στον ήλιο και λιγνές, σαν να ήταν οι άγιες κι οι αγνές που θα 'θελαν να περπατήσουνε κι αυτές πάνω στη θάλασσα που σχηματίζει η βροχή ανάμεσα στα γιώτα χι.
Man darf sagen, der Glückliche phantasiert nie, nur der Unbefriedigte. Unbefriedigte Wünsche sind die Triebkräfte der Phantasien, und jede einzelne Phantasie ist eine Wunscherfüllung, eine Korrektur der unbefriedigenden Wirklichkeit.
Sigmund Freud: Der Dichter und das Phantasieren
Keine Kommentare:
Kommentar veröffentlichen